St. George (Old Church)
Dublin Core
Title
St. George (Old Church)
Alternative Title
Ο Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου
Subject
Description
The gothic church of St. George is located next to the metropolitan church in the main square of Paralimni. According to a marble inscription, it was erected in 1859 in the place of an older byzantine church, parts of which have been incorporated in this one. Part of its north wall is covered with a large fresco depicting St. George killing the dragon.
Ο Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου διαδέχθηκε το 19ο αιώνα ένα παλαιότερο βυζαντινό ναό. Βρίσκεται στο κέντρο του Παραλιμνίου στο μέσο του βυζαντινού ναού της Παναγίας, γνωστού επίσης ως «της Αγίας Άννας» (13ος αιώνας), και του Μητροπολιτικού ναού του Αγίου Γεωργίου, που κτίστηκε το 1963 – 1966.
Σε μαρμάρινη επιγραφή δίνεται η πληροφορία ότι ο σημερινός ναός «ανηγέρθη εκ βάθρων» το 1859, στη θέση παλαιοτέρου βυζαντινού ναού από τον οποίο διασώθηκαν τμήματα και ενσωματώθηκαν στο νεώτερο.
Η επιγραφή βρέθηκε κατά την κατεδάφιση των αιθουσών του παλαιού σχολείου, δίπλα στην εκκλησία και ήταν σκαλισμένη πάνω σε πλάκα εντοιχισμένη στην εξωτερική παρειά του νότιου τοίχου στα αριστερά της νότιας εισόδου. Αυτά τα τμήματα είναι το κτιστό και τοιχογραφημένο μέρος της Αγίας Τράπεζας, το κάτω μέρος των τοίχων της αψίδας, καθώς και τα δύο τυφλά τόξα στο βόρειο τοίχο και κατά συνέπεια η ενδιάμεσή τους τοιχοδομία. Το μεγαλύτερο τόξο κοσμείται με την τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου και το μικρότερο πιθανόν να διασώζει επίσης τοιχογραφημένο διάκοσμο, σύμφωνα με κάποιες ενδείξεις από μικροδείγματα ανασκάψεων, που διενεργήθηκαν το 1991, κάτω από τα μεταγενέστερα κονιάματα και χρώματα.
Παλαιότερα, περιβαλλόταν στη νότια πλευρά από χαμηλό τοίχο, εστεμμένο με μεταλλικό κιγκλίδωμα. Δίπλα του υπήρχε το παλιό σχολείο, που κατεδαφίστηκε τη δεκαετία του 1980. Στα βόρεια του ναού υπήρχε μεγάλο περβόλι, από το οποίο διασώζεται ακόμη και σήμερα ένα τμήμα με εσπεριδοειδή, στο βάθος, πέραν του Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Γεωργίου.
Η ύπαρξη προγενέστερου ναού επιβεβαιώνεται από την προφορική παράδοση, καθώς και από την ιστορική και κριτική μελέτη της αρχιτεκτονικής και των επιγραφών που συνοδεύουν την τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου και των επιγραφών και του γραπτού διακόσμου της κτιστής βάσης της Αγίας Τράπεζας.
Η κτιτορική επιγραφή του ναού περιλαμβάνει τις χρονολογίες 1856 και 1859 για την ανέγερσή του και σημειώνει ως έτος αποπεράτωσης το 1873. Όμως σε χειρόγραφο του 20ου αιώνα, που βρέθηκε στο ναό, αναφέρεται ότι ο ναός άρχισε το 1848 και υπήρξε αναστολή των εργασιών. Συνεχίστηκαν οι εργασίες το 1856, δηλαδή οκτώ έτη αργότερα.
Στην παλαιότερη επιγραφή, που συνοδεύει την τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου δηλώνεται σαφώς ότι αυτή ανακαινίσθηκε το 1849. Άρα η τοιχογραφία αυτή στο τύμπανο του μεγάλου τυφλού τόξου, στο βόρειο τοίχο, είναι παλαιότερη του 1849 και ως εκ τούτου στον προγενέστερο ναό, του οποίου η κατεδάφιση πρέπει να έγινε το 1848, αφού η ανέγερσή του άρχισε, σύμφωνα με το προαναφερθέν χειρόγραφο, το 1848, αλλά ανεστάλη μέχρι το 1856. Διατηρήθηκε μαζί με το διπλανό της μικρότερο τυφλό τόξο και τα αντίστοιχα τμήματα τοίχων και ενσωματώθηκε στο ναό του 19ου αιώνα, που άρχισε να κτίζεται το 1856 και 1859 και αποπερατώθηκε το 1873. Εν τω μεταξύ, όμως, η τοιχογραφία είχε ήδη εκτεθεί στις καιρικές συνθήκες, μετά την κατεδάφιση του παλαιού ναού και της καθυστέρησης των εργασιών ανέγερσης του νεώτερου. Αυτή η έκθεση στις καιρικές συνθήκες, από το 1848 ανάγκασε προφανώς τον τότε Εκκλησιαστικό Επίτροπο Νικόλαο Προσκυνητή να αναθέσει σε ζωγράφο την ανακαίνισή της μετά από ένα έτος, ήτοι το 1849.
Άλλη επιγραφή στην τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου μνημονεύει και δεύτερη ανακαίνισή της το 1866, δηλαδή επτά χρόνια πριν από την πλήρη αποπεράτωση του ναού το 1873. Στην επιγραφή αυτή αναφέρεται ότι η τοιχογραφία «ανεκαινίσθη» επί αρχιεπισκόπου Σωφρονίου και επί της Επιτροπής Αντωνίου( πρόκειται για το γνωστό Επίτροπο τον Αντώνιο Σκάρο, που αναφέρεται σε πλείστες επιγραφές του ναού συχνά μαζί με τον τότε ιερέα Οικονόμο Γεώργιο) το 1866 από το ζωγράφο Αντώνιο Χριστίδη. Οι δύο αυτές διαδοχικές ανακαινίσεις, που απέχουν δεκαεπτά έτη η μία από την άλλη, οφείλονται αναμφίβολα στο χρόνο, που συνέχιζε να υφίσταται η τοιχογραφία, αφού βρισκόταν συνεχώς εκτεθειμένη στις καιρικές συνθήκες λόγω της μη συμπλήρωσης της ανέγερσης του ναού, ο οποίος αποπερατώθη πλήρως το 1873, οπότε και ενσωματώθηκε σε αυτόν και προστατεύθηκε τελειωτικά η τοιχογραφία με τα προαναφερθέντα αντίστοιχα τμήματα των τοίχων.
Η ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ
Το κάτω κτιστό τμήμα της Αγίας Τράπεζας ανάγεται στο 17ο αιώνα ή και παλαιότερα, διότι ο γραπτός διάκοσμος του αποδίδεται με βεβαιότητα στο ζωγράφο Παύλο, που ζωγράφισε το 17ο αιώνα το εικονοστάσιο της διπλανής εκκλησίας της Παναγίας (ή Αγίας Άννας). Ο γραπτός διάκοσμος των θωρακίων του εικονοστασίου είναι ο ίδιος με εκείνον που κοσμεί τις τρεις όψεις (δυτική, βόρεια και νότια) της βάσης της Αγίας Τράπεζας. Συνεπώς ο γραπτός διάκοσμος στο κάτω τμήμα της Αγίας Τράπεζας ανάγεται στο 17οαιώνα. Το άνω ξυλόγλυπτο χρυσοποίκιλτο κουβούκλιο της Αγίας Τράπεζας προστέθηκε το 1872.
Οι ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ
Ο υφιστάμενος ναός ουδέποτε αγιογραφήθηκε πλήρως. Όλη η πολυσταυροθόλια καμάρα ήταν χρωματισμένη με κυανό ινδικό ανοιχτό χρώμα, διάσπαρτο πιθανόν με χρυσά αστέρια. Σήμερα έχει βαφεί από πάνω με ιδίου τόνου χρώμα, εκτός από τα σφενδόνια και τα ανάγλυφα χρυσά κοσμήματα στα κλειδιά τους.
ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΔΡΑΚΟΝΤΟΚΤΟΝΟΣ
Η τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου Δρακοντοκτόνου γεμίζει όλο το τύμπανο του τυφλού τόξου στο βόρειο τοίχο. Ένα μεγάλο τμήμα του βόρειου τοίχου, από την αψίδα μέχρι και το μεγάλο τυφλό τόξο, με την τοιχογραφία διατηρήθηκε από τον προγενέστερο ναό. Το εσωράχιο του τόξου και το άνω μέρος των παραστάδων που το υποστηρίζουν, καλύπτονται από σκηνές του βιογραφικού και μαρτυριολογικού κύκλου του αγίου. Το εξωράχιο του τόξου διατρέχεται από δύο ανάγλυφους ανθεμωτούς βλαστούς χρωματισμένους με χρυσαλοιφή, που αναφύονται από δύο δοχεία και ενώνονται στην κορυφή.
Ξεχωρίζουν οι τέσσερις κύριες φάσεις. Τρεις από αυτές συνοδεύονται με επιγραφές που περιέχουν τις χρονολογίες το 1849, 1866 και 1901. Η πρώτη αγιογράφηση της εικόνας χρονολογείτε πριν το 1849. Πρόκειται λοιπόν για ανακαίνιση κάποιας τοιχογραφίας ακαθόριστης χρονολογίας, πριν το 1849. Η αρχική τοιχογραφία με τις επεμβάσεις του 1849 και του 1866 επιζωγραφήθηκε πλήρως το 1901. Ο άγιος παρουσιάζεται έφιππος να εξοντώνει το δράκο. Το άλογο ανασηκώνει τα εμπρόσθια πόδια. Σε ακαθόριστο στάδιο, μετά το 1901, οι πατέρες της Μονής του Αποστόλου Βαρνάβα προέβησαν σε επιδιορθώσεις επί της τοιχογραφίας του αγίου Γεωργίου, που συνίσταντο κυρίως σε κλεισίματα των κενών που δημιουργήθηκαν από διάφορες φθορές.
ΤΟ ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙ
Το εικονοστάσιο είναι ξυλόγλυπτο στο συνήθη ρυθμό, που επικρατεί στην Κύπρο τον 19Ο αιώνα και επιχρυσωμένο με φύλλα χρυσού. Περιλαμβάνει από το δάπεδο μέχρι την κορυφή πέντε επίπεδα, με συνολικό ύψος 7,60 μέτρα και πλάτος 9 μέτρα, όσο δηλαδή το συνολικό πλάτος του ναού.
Όλο το εικονοστάσιο φιλοτεχνήθηκε το 1869 από τον ξυλογλύπτη Παρασκευά Αλαγιώτη επί επιτροπείας Αντωνίου Σκάρου. Εχρυσώθη δε δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, το 1873, το ίδιο δηλαδή έτος που αποπερατώθηκε ο ίδιος ναός, όταν ιερέας της κοινότητας ήταν ο Οικονόμος Παπά Γεώργιος επί Αρχιεπισκόπου Κύπρου Σωφρονίου.
Τον 20Ο αιώνα το ξυλόγλυπτο χρυσωμένο μέρος του εικονοστασίου δέχθηκε σε διάφορα στάδια ανακαινιστικές επεμβάσεις με χρυσαλοιφή. Κατά τα έτη 2003-2005 συντηρήθηκε ένα μέρος του εικονοστασίου και των εικόνων από τον κ. Σέργη Σεργίου και το υπόλοιπο από το Κέντρο Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Όλες οι εικόνες του εικονοστασίου ανάγονται στο 19Ο αιώνα. Προβληματισμό προκαλούν οι δύο Δεσποτικές εικόνες, του Παντοκράτορος με χρονολογία 1849 και της Θεοτόκου με χρονολογία 1866. Φαίνεται ότι η εικόνα του Παντοκράτορος προϋπήρχε στον παλαιότερο ναό.
ΤΟ ΚΩΔΩΝΟΣΤΑΣΙΟ - καμπαναριό
Το κωδωνοστάσιο είναι του 19ου αιώνα και κτίστηκε κάπως μεταγενέστερα από την ίδια την εκκλησία. Βρίσκεται στο σημείο ένωσης της αψίδας με το νότιο τοίχο. Στο χειρόγραφο του 20ου αιώνα, που διασώθηκε στο ναό, δίνεται η πληροφορία ότι είχε τρία επίπεδα, ύψους 12 ποδών το καθένα, και επιπλέον 10 πόδια το κουβούκλιο στην κορυφή. Επίσης ότι επηρεάστηκε από σεισμό το 1941 και κατά την επιδιόρθωση αφαιρέθη το ένα επίπεδο, και αναστηλώθηκε πιο χαμηλό κατά 12 ποδιά.
Ο ΑΜΒΩΝΑΣ
Βρίσκεται στο βόρειο τοίχο, πάνω από την είσοδο. Είναι σκαλιστός, επιχρυσωμένος και κοσμείται με τις εικόνες των τεσσάρων Ευαγγελιστών και μιας πέμπτης με αδιάγνωστη μορφή αγίου, λόγω των εκτεταμένων φθορών. Η αναμνηστική επιγραφή που φέρει ο άμβωνας, μας πληροφορεί ότι κατασκευάστηκε το 1883 με δαπάνη του ίδιου του ναού. Δεν σημειώνεται όμως το όνομα του σκαλιστή, αλλά ούτε και του ιερέως ή του Επιτρόπου.
Ο ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ ΘΡΟΝΟΣ
Ο Επισκοπικός θρόνος είναι ξυλόγλυπτος με επίχρυσα τμήματα και άλλα χρωματισμένα σε διάφορες αποχρώσεις. Στο κέντρο της ράχης του θρόνου υπάρχει ενσωματωμένη μικρή εικόνα του αποστόλου Βαρνάβα, του ιδρυτού της Εκκλησίας της Κύπρου, με ημερομηνία 1875.
Σε μαρμάρινη επιγραφή δίνεται η πληροφορία ότι ο σημερινός ναός «ανηγέρθη εκ βάθρων» το 1859, στη θέση παλαιοτέρου βυζαντινού ναού από τον οποίο διασώθηκαν τμήματα και ενσωματώθηκαν στο νεώτερο.
Η επιγραφή βρέθηκε κατά την κατεδάφιση των αιθουσών του παλαιού σχολείου, δίπλα στην εκκλησία και ήταν σκαλισμένη πάνω σε πλάκα εντοιχισμένη στην εξωτερική παρειά του νότιου τοίχου στα αριστερά της νότιας εισόδου. Αυτά τα τμήματα είναι το κτιστό και τοιχογραφημένο μέρος της Αγίας Τράπεζας, το κάτω μέρος των τοίχων της αψίδας, καθώς και τα δύο τυφλά τόξα στο βόρειο τοίχο και κατά συνέπεια η ενδιάμεσή τους τοιχοδομία. Το μεγαλύτερο τόξο κοσμείται με την τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου και το μικρότερο πιθανόν να διασώζει επίσης τοιχογραφημένο διάκοσμο, σύμφωνα με κάποιες ενδείξεις από μικροδείγματα ανασκάψεων, που διενεργήθηκαν το 1991, κάτω από τα μεταγενέστερα κονιάματα και χρώματα.
Παλαιότερα, περιβαλλόταν στη νότια πλευρά από χαμηλό τοίχο, εστεμμένο με μεταλλικό κιγκλίδωμα. Δίπλα του υπήρχε το παλιό σχολείο, που κατεδαφίστηκε τη δεκαετία του 1980. Στα βόρεια του ναού υπήρχε μεγάλο περβόλι, από το οποίο διασώζεται ακόμη και σήμερα ένα τμήμα με εσπεριδοειδή, στο βάθος, πέραν του Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Γεωργίου.
Η ύπαρξη προγενέστερου ναού επιβεβαιώνεται από την προφορική παράδοση, καθώς και από την ιστορική και κριτική μελέτη της αρχιτεκτονικής και των επιγραφών που συνοδεύουν την τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου και των επιγραφών και του γραπτού διακόσμου της κτιστής βάσης της Αγίας Τράπεζας.
Η κτιτορική επιγραφή του ναού περιλαμβάνει τις χρονολογίες 1856 και 1859 για την ανέγερσή του και σημειώνει ως έτος αποπεράτωσης το 1873. Όμως σε χειρόγραφο του 20ου αιώνα, που βρέθηκε στο ναό, αναφέρεται ότι ο ναός άρχισε το 1848 και υπήρξε αναστολή των εργασιών. Συνεχίστηκαν οι εργασίες το 1856, δηλαδή οκτώ έτη αργότερα.
Στην παλαιότερη επιγραφή, που συνοδεύει την τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου δηλώνεται σαφώς ότι αυτή ανακαινίσθηκε το 1849. Άρα η τοιχογραφία αυτή στο τύμπανο του μεγάλου τυφλού τόξου, στο βόρειο τοίχο, είναι παλαιότερη του 1849 και ως εκ τούτου στον προγενέστερο ναό, του οποίου η κατεδάφιση πρέπει να έγινε το 1848, αφού η ανέγερσή του άρχισε, σύμφωνα με το προαναφερθέν χειρόγραφο, το 1848, αλλά ανεστάλη μέχρι το 1856. Διατηρήθηκε μαζί με το διπλανό της μικρότερο τυφλό τόξο και τα αντίστοιχα τμήματα τοίχων και ενσωματώθηκε στο ναό του 19ου αιώνα, που άρχισε να κτίζεται το 1856 και 1859 και αποπερατώθηκε το 1873. Εν τω μεταξύ, όμως, η τοιχογραφία είχε ήδη εκτεθεί στις καιρικές συνθήκες, μετά την κατεδάφιση του παλαιού ναού και της καθυστέρησης των εργασιών ανέγερσης του νεώτερου. Αυτή η έκθεση στις καιρικές συνθήκες, από το 1848 ανάγκασε προφανώς τον τότε Εκκλησιαστικό Επίτροπο Νικόλαο Προσκυνητή να αναθέσει σε ζωγράφο την ανακαίνισή της μετά από ένα έτος, ήτοι το 1849.
Άλλη επιγραφή στην τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου μνημονεύει και δεύτερη ανακαίνισή της το 1866, δηλαδή επτά χρόνια πριν από την πλήρη αποπεράτωση του ναού το 1873. Στην επιγραφή αυτή αναφέρεται ότι η τοιχογραφία «ανεκαινίσθη» επί αρχιεπισκόπου Σωφρονίου και επί της Επιτροπής Αντωνίου( πρόκειται για το γνωστό Επίτροπο τον Αντώνιο Σκάρο, που αναφέρεται σε πλείστες επιγραφές του ναού συχνά μαζί με τον τότε ιερέα Οικονόμο Γεώργιο) το 1866 από το ζωγράφο Αντώνιο Χριστίδη. Οι δύο αυτές διαδοχικές ανακαινίσεις, που απέχουν δεκαεπτά έτη η μία από την άλλη, οφείλονται αναμφίβολα στο χρόνο, που συνέχιζε να υφίσταται η τοιχογραφία, αφού βρισκόταν συνεχώς εκτεθειμένη στις καιρικές συνθήκες λόγω της μη συμπλήρωσης της ανέγερσης του ναού, ο οποίος αποπερατώθη πλήρως το 1873, οπότε και ενσωματώθηκε σε αυτόν και προστατεύθηκε τελειωτικά η τοιχογραφία με τα προαναφερθέντα αντίστοιχα τμήματα των τοίχων.
Η ΑΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ
Το κάτω κτιστό τμήμα της Αγίας Τράπεζας ανάγεται στο 17ο αιώνα ή και παλαιότερα, διότι ο γραπτός διάκοσμος του αποδίδεται με βεβαιότητα στο ζωγράφο Παύλο, που ζωγράφισε το 17ο αιώνα το εικονοστάσιο της διπλανής εκκλησίας της Παναγίας (ή Αγίας Άννας). Ο γραπτός διάκοσμος των θωρακίων του εικονοστασίου είναι ο ίδιος με εκείνον που κοσμεί τις τρεις όψεις (δυτική, βόρεια και νότια) της βάσης της Αγίας Τράπεζας. Συνεπώς ο γραπτός διάκοσμος στο κάτω τμήμα της Αγίας Τράπεζας ανάγεται στο 17οαιώνα. Το άνω ξυλόγλυπτο χρυσοποίκιλτο κουβούκλιο της Αγίας Τράπεζας προστέθηκε το 1872.
Οι ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ
Ο υφιστάμενος ναός ουδέποτε αγιογραφήθηκε πλήρως. Όλη η πολυσταυροθόλια καμάρα ήταν χρωματισμένη με κυανό ινδικό ανοιχτό χρώμα, διάσπαρτο πιθανόν με χρυσά αστέρια. Σήμερα έχει βαφεί από πάνω με ιδίου τόνου χρώμα, εκτός από τα σφενδόνια και τα ανάγλυφα χρυσά κοσμήματα στα κλειδιά τους.
ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΔΡΑΚΟΝΤΟΚΤΟΝΟΣ
Η τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου Δρακοντοκτόνου γεμίζει όλο το τύμπανο του τυφλού τόξου στο βόρειο τοίχο. Ένα μεγάλο τμήμα του βόρειου τοίχου, από την αψίδα μέχρι και το μεγάλο τυφλό τόξο, με την τοιχογραφία διατηρήθηκε από τον προγενέστερο ναό. Το εσωράχιο του τόξου και το άνω μέρος των παραστάδων που το υποστηρίζουν, καλύπτονται από σκηνές του βιογραφικού και μαρτυριολογικού κύκλου του αγίου. Το εξωράχιο του τόξου διατρέχεται από δύο ανάγλυφους ανθεμωτούς βλαστούς χρωματισμένους με χρυσαλοιφή, που αναφύονται από δύο δοχεία και ενώνονται στην κορυφή.
Ξεχωρίζουν οι τέσσερις κύριες φάσεις. Τρεις από αυτές συνοδεύονται με επιγραφές που περιέχουν τις χρονολογίες το 1849, 1866 και 1901. Η πρώτη αγιογράφηση της εικόνας χρονολογείτε πριν το 1849. Πρόκειται λοιπόν για ανακαίνιση κάποιας τοιχογραφίας ακαθόριστης χρονολογίας, πριν το 1849. Η αρχική τοιχογραφία με τις επεμβάσεις του 1849 και του 1866 επιζωγραφήθηκε πλήρως το 1901. Ο άγιος παρουσιάζεται έφιππος να εξοντώνει το δράκο. Το άλογο ανασηκώνει τα εμπρόσθια πόδια. Σε ακαθόριστο στάδιο, μετά το 1901, οι πατέρες της Μονής του Αποστόλου Βαρνάβα προέβησαν σε επιδιορθώσεις επί της τοιχογραφίας του αγίου Γεωργίου, που συνίσταντο κυρίως σε κλεισίματα των κενών που δημιουργήθηκαν από διάφορες φθορές.
ΤΟ ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙ
Το εικονοστάσιο είναι ξυλόγλυπτο στο συνήθη ρυθμό, που επικρατεί στην Κύπρο τον 19Ο αιώνα και επιχρυσωμένο με φύλλα χρυσού. Περιλαμβάνει από το δάπεδο μέχρι την κορυφή πέντε επίπεδα, με συνολικό ύψος 7,60 μέτρα και πλάτος 9 μέτρα, όσο δηλαδή το συνολικό πλάτος του ναού.
Όλο το εικονοστάσιο φιλοτεχνήθηκε το 1869 από τον ξυλογλύπτη Παρασκευά Αλαγιώτη επί επιτροπείας Αντωνίου Σκάρου. Εχρυσώθη δε δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, το 1873, το ίδιο δηλαδή έτος που αποπερατώθηκε ο ίδιος ναός, όταν ιερέας της κοινότητας ήταν ο Οικονόμος Παπά Γεώργιος επί Αρχιεπισκόπου Κύπρου Σωφρονίου.
Τον 20Ο αιώνα το ξυλόγλυπτο χρυσωμένο μέρος του εικονοστασίου δέχθηκε σε διάφορα στάδια ανακαινιστικές επεμβάσεις με χρυσαλοιφή. Κατά τα έτη 2003-2005 συντηρήθηκε ένα μέρος του εικονοστασίου και των εικόνων από τον κ. Σέργη Σεργίου και το υπόλοιπο από το Κέντρο Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Όλες οι εικόνες του εικονοστασίου ανάγονται στο 19Ο αιώνα. Προβληματισμό προκαλούν οι δύο Δεσποτικές εικόνες, του Παντοκράτορος με χρονολογία 1849 και της Θεοτόκου με χρονολογία 1866. Φαίνεται ότι η εικόνα του Παντοκράτορος προϋπήρχε στον παλαιότερο ναό.
ΤΟ ΚΩΔΩΝΟΣΤΑΣΙΟ - καμπαναριό
Το κωδωνοστάσιο είναι του 19ου αιώνα και κτίστηκε κάπως μεταγενέστερα από την ίδια την εκκλησία. Βρίσκεται στο σημείο ένωσης της αψίδας με το νότιο τοίχο. Στο χειρόγραφο του 20ου αιώνα, που διασώθηκε στο ναό, δίνεται η πληροφορία ότι είχε τρία επίπεδα, ύψους 12 ποδών το καθένα, και επιπλέον 10 πόδια το κουβούκλιο στην κορυφή. Επίσης ότι επηρεάστηκε από σεισμό το 1941 και κατά την επιδιόρθωση αφαιρέθη το ένα επίπεδο, και αναστηλώθηκε πιο χαμηλό κατά 12 ποδιά.
Ο ΑΜΒΩΝΑΣ
Βρίσκεται στο βόρειο τοίχο, πάνω από την είσοδο. Είναι σκαλιστός, επιχρυσωμένος και κοσμείται με τις εικόνες των τεσσάρων Ευαγγελιστών και μιας πέμπτης με αδιάγνωστη μορφή αγίου, λόγω των εκτεταμένων φθορών. Η αναμνηστική επιγραφή που φέρει ο άμβωνας, μας πληροφορεί ότι κατασκευάστηκε το 1883 με δαπάνη του ίδιου του ναού. Δεν σημειώνεται όμως το όνομα του σκαλιστή, αλλά ούτε και του ιερέως ή του Επιτρόπου.
Ο ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ ΘΡΟΝΟΣ
Ο Επισκοπικός θρόνος είναι ξυλόγλυπτος με επίχρυσα τμήματα και άλλα χρωματισμένα σε διάφορες αποχρώσεις. Στο κέντρο της ράχης του θρόνου υπάρχει ενσωματωμένη μικρή εικόνα του αποστόλου Βαρνάβα, του ιδρυτού της Εκκλησίας της Κύπρου, με ημερομηνία 1875.
Source
Paralimni Municipality
Δήμος Παραλιμνίου
Publisher
Library of Cyprus University of Technology
Digital Heritage Research Lab of Cyprus University of Technology
Contributor
Paralimni Municipality
Δήμος Παραλιμνίου
Rights
Απαγορεύεται η δημοσίευση ή αναπαραγωγή, ηλεκτρονική ή άλλη χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση του δημιουργού.
Format
Flash player
Type
Identifier
PRL003
Coverage
35.033876, 33.984778
Collection
Citation
Paralimni Municipality and Δήμος Παραλιμνίου, “St. George (Old Church),” Αψίδα, accessed November 27, 2024, https://apsida.cut.ac.cy/items/show/21874.